«Είναι αργά» Μου λες ψιθυριστά Λες κι έχεις γίνει Ενα µε το σκοτάδι… Νίκος Παπάζογλου Η ΑΠΏΛΕΙΑ τού είχε µια πρωτόφαντη επίδραση σε έναν εν υπνώσει λαό! Ακόµα κι εµείς, οι «πιστοί του», εµείς που σκαρφαλώσαµε σε βουνά και λαγκάδια για τις συναυλίες του, εµείς που αγαπήσαµε, που σµίξαµε, που χωρίσαµε µε τα τραγούδια του… Ακόµα κι εµείς δεν περιµέναµε ότι µια... χώρα ολόκληρη θα θρηνούσε σαν να έχασε δικό της άνθρωπο… Γιατί ο Παπάζογλου κατάφερε να σπάσει το φράγµα την ηλικιών και να µιλήσει στις καρδιές της κάθε γενιάς.
Μου έστειλε µια νέα γυναίκα ένα e-mail που νοµίζω ότι τα συνοψίζει όλα όσα νιώθουµε:
«Εγώ χτες πέρασα ένα ωραιότατο βράδυ µε τραγούδια στο youtube, και εµένα να τραγουδάω δυνατά και να κλαίω. ∆εν έχει να κάνει µε την αυθεντικότητα,µόνο… Εχει να κάνει - τουλάχιστον στην περίπτωσή µου - µε το ότι αυτός ο άνθρωπος έκανε τις εικόνες και τις στιγµές µου τραγούδι. Και µε αυτά τα τραγούδια ερωτεύτηκα, ονειρεύτηκα, πόνεσα, γέλασα, έκλαψα, χώρισα… Εζησα!
Χτες το βράδυ συνειδητοποίησα πως σε όλα τα τραγούδια του Παπάζογλου έχουν ακουµπήσει οι στιγµές µου, και αυτό είναι που πονάει. Μοιράστηκα, άθελά του, µαζί του, όλη µου τη ζωή. Από έρωτες που µε ζωντάνεψαν, από έρωτες που µε σκότωσαν, από τον πατέρα µου που έβαζε στα ταξίδια µας όταν ήµουν µικρή στο κασετόφωνο τα τραγούδια του - πέρασα ολόκληρο καλοκαίρι στην Κρήτη να καταλάβω πώς στο καλό πάτησε το τρένο τους µάγκες, τι στο καλό, πώς χώρεσαν όλοι δεµένοι στις ράγες;;;; (δε θέλω σχόλια ήµουν 6 χρονών), από τις παρέες µου που στα γλέντια και στις λύπες µας µουρµουράγαµε στο σκοπό τους. Είναι δυνατόν να µην είναι δικός µου άνθρωπος, όταν τραγούδαγε τις λέξεις που δεν έβγαιναν από το στόµα µου;;;». τον πρώτογνώρισα γύρω στα 1986-87 που ήρθε στην εκποµπή «Κυριακάτικα». Φορούσε από τότε εκείνο το κόκκινο µαντίλι – όταν εµείς ούτε τη λέξη µπαντάνα δεν ξέραµε ακόµα… Τον ξαναείδα πριν δυο χρόνια, στα Νικκιά, ένα µικρό χωριουδάκι της Νισύρου όπου είχε το σπίτι του… Αύγουστος – σαν το τραγούδι του – κι εκείνος καθόταν έξω και κάτι µαστόρευε στη µοτοσυκλέτα του. Χαιρετούσε πρώτος τους άγνωστους τουρίστες που δεν τολµούσαν να του µιλήσουν γιατί τον αναγνώριζαν… Και τους χαιρετούσε... πώς να το πω; Οχι ως ο Παπάζογλου… Αλλά σαν ένας ντόπιος που τηρούσε παλιά, ξεχασµένα έθιµα, φιλοξενίας και ζεστασιάς!
Σίµωσε και κοιµήσου τώρα. Εξω ζυγώνει το πρωί. Κι ο ήλιος καµιά χαραµάδα Θα ζητάει µέσα να µπει… Εφυγε ένας δικός µας άνθρωπος… Ενας άνθρωπος που δεν µας ξεπούλησε σε πολιτικά παζάρια, που δεν µας «διαπραγµατεύτηκε» σε επικοινωνιακά παιχνίδια, που δεν µας χρησιµοποίησε για να κερδίσει χρήµατα ή οφίτσια… Εµείς που µες τα χρόνια – παρακολουθούσαµε τα ινδάλµατά µας να καταρρέουν το ένα µετά το άλλο, να εµπορεύονται τα όνειρα µας, να δηµοπρατούν τις ακριβές µας µνήµες – εµείς, όλοι εµείς του χρωστάµε πολλά. Γι’αυτό που ήτανε, γι’ αυτό που µας έδωσε, γι’ αυτό που µας έταξε, γι’ αυτό που τήρησε! Γιατί µόνο εκείνος «τραγούδησε τις λέξεις που δεν έβγαιναν απ’ το στόµα µας»… Τα χείλη κρύωσαν Το κορµί χαλάρωσε Κι οι δυο κοιτάζουµε την κάφτρα του τσιγάρου εφύγε ο Νικος ΠΑΠΑΖΟΓΛΟΎ του παρελθόντος, του παρόντος και του µέλλοντός µας… Νίκο… Με ροκ και τσιφτετέλια καλοτάξιδος στο νέο σου στέκι!
TANEA
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου