Οι εκλογές της 17ης Ιουνίου στην Ελλάδα
Πόλωση και αδιέξοδο
άνοδος της Αριστεράς, πύρρεια νίκη για την Δεξιά
H εργατική τάξη, ο εργαζόμενος λαός, οι άνεργοι, οι νέοι που τους στερούν τη δουλειά και το μέλλον, οι επαγγελματίες που καταστρέφονται από την κρίση, οι συνταξιούχοι που τους ρίχνουν στην αναξιοπρέπεια, όλοι όσοι τα τελευταία 3 χρόνια βρέθηκαν στους δρόμους του αγώνα και των πλατειών πρέπει να κινητοποιηθούν άμεσα και μαζικά. Δεν δόσαμε όλους αυτούς τους αγώνες, δεν καταδικάσαμε σε δυο αλληπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις τα μνημόνια και τα κόμματά τους για να έλθουν τα ίδια κόμματα, η NΔ και το ΠAΣOK, οι ίδιοι άνθρωποι, ο Σαμαράς κι ο Bενιζέλος, οι υπεύθυνοι της χρεοκοπίας της χώρας και της υπογραφής των μνημονίων, να σχηματίσουν ξανά κυβέρνηση και να επιβάλλουν τα δυσβάστακτα μέτρα κοινωνικής καταστροφής των μνημονίων τους. Διαδηλώσεις, μαζικές διαμαρτυρίες, γενική απεργία πρέπει άμεσα να οργανωθούν ενάντια σε όποιο συνδυασμό «εθνικής κυβέρνησης» των δυο μνημονιακών εταίρων με συγκολλητική ουσία τη ΔHMAP του Kουβέλη.
Στις εκλογές στις 17 Ιουνίου η δεξιά Νέα Δημοκρατία κέρδισε με μια πύρρεια νίκη, με ένα πολύ μικρό προβάδισμα από το δεύτερο κόμμα, τον αριστερό ρεφορμιστικό ΣΥΡΙΖΑ: η Δεξιά πήρε 29,66% (ποσοστό που δεν τις επιτρέπει να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση), ενώ η ρεφορμιστική Αριστερά πήρε το 26,89% (από περίπου 17% στις 6 Μαΐου και 4,6% το 2009). Αυτή η εξαιρετικά περιορισμένη, δήθεν «επιτυχία» της Δεξιάς ήρθε παρά την γιγαντιαία διεθνή και εθνική εκστρατεία εκφοβισμού του ελληνικού λαού, υπέρ της Νέας Δημοκρατίας που εξαπολύθηκε από όλα τα διεθνή και εθνικά αστικά ΜΜΕ, από το ΔΝΤ και την Λαγκάρντ, την Μέρκελ της Γερμανίας, τους Σόιμπλε, Μπαρόζο, Όλι Ρεν και την Ευρωπαϊκή Κομμισιόν, τον πρόεδρο του Eurogroup Γιούνκερ, ακόμη κι από τον ίδιο τον Ομπάμα και την κυβέρνησή του.
Παρά το γεγονός ότι τα φιλο-μνημονιακά κόμματα (ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, η Δημοκρατική Αριστερά του Kουβέλη) μπορούν τυπικά να σχηματίσουν κυβέρνηση συνασπισμού που θα έχει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία (χάρη στον αντιδημοκρατικό εκλογικό νόμο που δίνει στον πρώτο κόμμα το μπόνους των 50 εδρών), η ίδια η πλειοψηφία των ψηφοφόρων έχουν ψηφίσει αντι-μνημονιακά
Η αριστερή στροφή της εργατικής τάξης και των λαϊκών μαζών στην αντίθεσή τους προς τα δρακόντεια μέτρα λιτότητας που επιβάλλει η μισητή τρόικα της ΕΕ/ΕΚΤ/ΔΝΤ, η οποία εκφράστηκε στις 6 Μαΐου, συνεχίστηκε με την εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ και πάλι στην δεύτερη θέση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, με πολύ υψηλότερο ποσοστό αυτή τη φορά. Η πολιτική πόλωση των αντιμνημονιακών αριστερών δυνάμεων και πίσω της η πόλωση των ταξικών δυνάμεων, εκφράστηκε με τη συσπείρωση γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ. Όχι τυχαία, ο ΣYPIZA αναδεικνύεται πρώτο κόμμα, μακράν των άλλων σε όλες τις εργατικές περιοχές της B’ Aθήνας και του Πειραιά και σε άλλα μεγάλα αστικά κέντρα, εκτοπίζοντας το ΠAΣOK και καταβαραθρώνοντά το ακόμη και από τα παραδοσιακά κάστρα του στην Kρήτη.
Το σταλινικό ΚΚΕ, με τη υστερική προεκλογική εκστρατεία του που κυρίως στόχευε τον ΣYPIZA, και το αλαζονικό κάλεσμα στον ελληνικό λαό «να διορθώσει το λάθος του και την ψήφο του», συντρίφτηκε στις κάλπες. Tο KKE χάνει τις μισές του ψήφους, και μάλιστα στις εργατικές περιοχές, στη B’ Aθήνας και Πειραιά, πέφτοντας στην τελευταία θέση των κοινοβουλευτικών κομμάτων, με ένα άθλιο ποσοστό 4,5% (το χαμηλότερο από το 1994, στον απόηχο της κατάρρευσης της ΕΣΣΔ και μετά από δύο εσωτερικές διασπάσεις το 1989 και 1991).
Η κεντριστική ΑΝΤΑΡΣΥΑ γνώρισε επίσης την εκλογική συντριβή, καταρρέοντας από το 1,19 % της 6ης Μάη στο 0,33% στις 17 Ιουνίου! Στην τελευταία περίπτωση, οι λόγοι είναι επίσης πολιτικοί, και δεν περιορίζονται στις πιέσεις από το κυρίαρχο ρεύμα προς ΣΥΡΙΖΑ. Κατά τη διάρκεια των συζητήσεων που είχε το ΕΕΚ με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ πριν από τις εκλογές της 17ης Ιουνίου, διερευνώντας την δυνατότητα για ένα εκλογικό μπλοκ, είχαμε επιμείνει στην αντικειμενική αξιολόγηση της νέας πολιτικής κατάστασης μετά την 6η Μάη, στην ανάγκη να αποφευχθεί τόσο η οπορτουνιστική συνθηκολόγηση με τον ΣΥΡΙΖΑ όσο κι η σεχταριστική τύφλωση απέναντι στην πολιτική διαδικασία στη κίνηση των μαζών που οδήγησε σε αυτή την άνοδο. Στη βάση αυτή, θέσαμε μόνο τρεις προϋποθέσεις: προτείναμε να συμπεριληφθούν στο πρόγραμμα δύο βασικά σημεία, η πάλη για την εργατική εξουσία, και η αναγκαιότητα να αντιπαλέψουμε την ιμπεριαλιστική ΕΕ, μέσω της πάλης για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης και, τρίτον, να διατηρήσουμε την πολιτική μας ταυτότητα και ανεξαρτησία, με την αναφορά του ονόματός μας στο ψηφοδέλτιο μαζί με εκείνο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Οι ηγέτες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είπαν ότι σε γενικές γραμμές συμφωνούν με τα πολιτικά -προγραμματικά σημεία, αλλά απέρριψαν για «τεχνικούς και πολιτικούς λόγους» να μπει στα ψηφοδέλτια το όνομά μας. Έτσι, οι διαπραγματεύσεις κατέρρευσαν. Παρόλα αυτά, το ΕΕΚ αποφάσισε να δώσει κριτική ψήφο στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, κάνοντας ενιαίο μέτωπο με εκείνους τους αγωνιστές που βρίσκονται στις τάξεις της, και οι οποίοι αντιτάχθηκαν στην οπορτουνιστική συνθηκολόγηση στον ΣΥΡΙΖΑ και αποδέχθηκαν τα προγραμματικά μας σημεία. H ανεξάρτητη κάθοδος του EEK στις εκλογές αποκλείστηκε εξ αιτίας της οικονομικής μας αδυναμίας, όπως εξηγήσαμε σε προηγούμενη ανακοίνωσή μας.
Όμως, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ στην πραγματικότητα έκανε το ακριβώς αντίθετο από αυτό που είχαμε συζητήσει στη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, διασπασμένη εσωτερικά και παραλυμένη από τις αντιφάσεις των ανοιχτά φιλο-ΣΥΡΙΖΑ και αντι-ΣΥΡΙΖΑ δυνάμεων. Οι φίλο-ΣΥΡΙΖΑ δυνάμεις (που τορπίλισαν και το εκλογικό μπλοκ με το EEK) δεν μπορούσαν να κρύψουν τον οπορτουνισμό τους προς τους ρεφορμιστές, και οι αντι-ΣΥΡΙΖΑ δυνάμεις ακολούθησαν μια σεχταριστική γραμμή, όχι πολύ διαφορετική από εκείνη του σταλινικού ΚΚΕ. Σε προγραμματική βάση, η αποκαλούμενη «αποδοχή» των προγραμματικών σημείων του ΕΕΚ για την εργατική εξουσία και τη σοσιαλιστική ενότητα της Ευρώπης ενάντια στην ΕΕ εξαφανίστηκαν: με λίγες μεμονωμένες εξαιρέσεις σε ορισμένα ατομικά άρθρα και παρεμβάσεις, στο κύριο εκλογικό υλικό και στην κύρια εκλογική καμπάνια, ο επείγων χαρακτήρας της πάλης για την εργατική εξουσία αγνοήθηκε, ενώ η γραμμή για την έξοδο από την ΕΕ και την εγκατάλειψη του ευρώ, χωρίς την εναλλακτική προοπτική των Ενωμένων Σοσιαλιστικών Πολιτειών της Ευρώπης, δεν διέφερε από τη γραμμή του ΚΚΕ.
Το κάλεσμα για ρήξη με το ευρώ και επιστροφή στην (υποτιμημένη) δραχμή, εντός των καπιταλιστικών πλαισίων, τόσο στην περίπτωση του ΚΚΕ όσο και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ συγκρούστηκε ευθέως με τη βούληση της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, η οποία είναι εχθρική προς την ΕΕ, λόγω των μέτρων λιτότητας που κατέστρεψαν το βιοτικό της επίπεδο, αλλά παρόλα αυτά βλέπει την επιστροφή στην υποτιμημένη δραχμή ως το αποκορύφωμα της τρέχουσας καταστροφής. Το πρόγραμμα για την επαναστατική σοσιαλιστική διέξοδο από τη χρεοκοπία του καπιταλιστικού συστήματος και για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης δεν είναι μια αφηρημένη προπαγάνδα, αλλά το επείγον καθήκον που πρέπει να προωθήσει η πρωτοπορία μέσα στις μαχόμενες μάζες.
Η έλλειψη μιας τέτοιας προοπτικής χρησιμοποιήθηκε από την άρχουσα τάξη στην εκστρατεία του εκφοβισμού, όχι μόνο κατά του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αλλά κυρίως κατά του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ ζήτησαν έναν αδύνατο συμβιβασμό: την απόρριψη του μνημονίου, χωρίς την ρήξη με την Ε.Ε. και το ευρώ, και χωρίς να σπάσει το πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος. Η ευρωπαϊκή και η ελληνική αστική τάξη και το πολιτικό προσωπικό τους υποστηριζόμενοι από την αχαλίνωτη εκστρατεία των ΜΜΕ παρουσίασαν την πιθανή εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και το σχηματισμό κυβέρνησης της Αριστεράς στην Aθήνα ως το πρελούδιο του περίφημου "Grexit", την αυτόματη αποβολή από την ΕΕ και την έξοδο από τη ζώνη του ευρώ, παρά τις διαμαρτυρίες του Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ για το αντίθετο και παρά τις δηλώσεις πίστης στην Ε.Ε. και το ευρώ. Η διάθεση για συμβιβασμό, που γινόταν όλο και πιο έντονη κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, κωδικοποιήθηκε και στο πλαίσιο του ανανεωμένου εκλογικού τους προγράμματος, το οποίο σέβεται τον καπιταλισμό, το ευρώ, την ΕΕ, ακόμη και την ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, ενώ στο ζήτημα της διαγραφής του χρέους ακολουθήθηκε μια διφορούμενη γλώσσα και μια επαμφοτερίζουσα πολιτική ρήξης με το μνημόνιο. Aυτή η σκόπιμη σύγχιση, οι αοριστίες και αμφιταλαντεύξεις επδείνωσαν τις ταλαντεύσεις και την ανασφάλεια σημαντικών στρωμάτων του πληθυσμού.
Έτσι, το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κέρδισε την πρώτη θέση στις εκλογές του Ιουνίου, για την οποία πάλεψε, δεν μπορεί να εξηγηθεί μόνο από τις τεράστιες πιέσεις που πράγματι ασκήθηκαν από τον ιμπεριαλισμό και την ελληνική άρχουσα τάξη. Σε συνθήκες αξεδιάλυτης συστημικής κρίσης και ακραίας έντασης της κοινωνικής πόλωσης, όσο πιο διαλλακτικός γίνεται ο ένας πολιτικός πόλος τόσο πιο πολύ εξασθενεί ενώ ο αντίθετος πόλος γίνεται όλο και πιο ακραίος και εξαιρετικά βίαιος.
Αυτό είναι ένα πολιτικό δίδαγμα που εκμεταλλεύονται οι φασίστες. Η ναζιστική «Χρυσή Αυγή» κατάφερε να διατηρήσει το υψηλό ποσοστό σχεδόν 7% όχι παρά, αλλά χάρη στην εξαιρετικά προκλητική συμπεριφορά τους μετά την 6η Μάη, την κλιμάκωση των δολοφονικών πογκρόμ τους εναντίον των μεταναστών και την προσχεδιασμένη επίδειξη άνανδρης βίας από τον Κασιδιάρη, ηγετικό στέλεχος των Ναζί, εναντίον των δυο γυναικών βουλευτών της Αριστεράς, της Λιάνας Kανέλλη και Pένας Δούρου κατά τη διάρκεια της εκπομπής του ANTENNA. Φυσικά, όλη αυτή η ναζιστική βία παραμένει ατιμώρητη, χάρη στην προστασία της αστυνομίας και των υπηρεσιών ασφάλειας που βρίσκονται σε αρμονική συνεργασία με τους ναζιστές γκάνγκστερς. Τα αστικά κόμματα και τα ΜΜΕ τους καλύπτουν «καταδικάζοντας εξίσου και τα δύο άκρα, δεξιά και αριστερά», παρόλο που η κοινοβουλευτική αριστερά επιδεικνύει μια εξαιρετική προσήλωση στην αστική νομιμότητα και σεβασμό στο κοινοβουλευτικό αστικοδημοκρατικό σύστημα.
Η ταχεία διάλυση της μικροαστικής τάξης, η μαζική ανεργία σε ποσοστό πάνω από το 50% στη χωρίς μέλλον νεολαία που βυθίζεται στο μίζερο παρόν, η αναξιοπιστία του κοινοβουλευτισμού, η συμφιλιωτική πολιτική της Αριστεράς, κι η έλλειψη μιας ασυμβίβαστης, ισχυρής, βαθιά ριζωμένης μέσα στις μάζες της εργατικής τάξης, αντισυστημικής επαναστατικής Αριστεράς βοηθά τους φασίστες αντεπαναστάτες να μασκαρεύονται ως «αντισυστημικοί».
Η κινητοποίηση των ναζιστικών ταγμάτων εφόδου από την άρχουσα τάξη είναι ένα σαφές προειδοποιητικό μήνυμα ότι πλησιάζει στην Ελλάδα η στιγμή της αλήθειας: η ιστορική αναμέτρηση μεταξύ κοινωνικής επανάστασης και αντεπανάστασης.
Η κρίση της πολιτικής εξουσίας, που έγινε καθαρή στις προηγούμενες εκλογές του Μαΐου, όταν και τα δύο αστικά κόμματα που κυβέρνησαν την Ελλάδα από το 1974, η Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, κατέρρευσαν και η ισχυρή άνοδος της Αριστεράς που εκδηλώθηκε με την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στη δεύτερη θέση, δεν έχει επιλυθεί. Aν και το κενό κυβερνητικής εξουσίας θα καλυφθεί τώρα από το συνασπισμό του κατερειπωμενου παλιού αστικού δικομματικού με τη συνδρομή της συμμαχίας των «πρόθυμων» τής (όχι και τόσο) Δημοκρατικής και (όχι και τόσο) Αριστεράς του Κουβέλη.
Όμως, θα είναι μια πολύ αδύναμη και ετερογενής αστική κυβέρνηση, εν μέσω μιας γενικευμένης καπιταλιστικής χρεοκοπίας, η οποία επεκτείνεται τώρα στην Ισπανία, την Ιταλία, σε όλη την Ευρώπη και διεθνώς. Θα είναι αντιμέτωπη με μια ισχυρή αριστερή Αξιωματική Αντιπολίτευση, και πάνω απ’ όλα με έναν κατεστραμμένο αλλά όχι γονατισμένο λαό, ο οποίος είναι εντελώς εχθρικός στην εφαρμογή του μνημονίου, του προγράμματος στο οποίο έχει δεσμευτεί δουλικά η νέα κυβέρνηση, όπως άλλωστε έσπευσε να πει και ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας Σαμαράς, στην πρώτη του δήλωση αμέσως μετά την εκλογική του «νίκη». Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η νέα κυβέρνηση θα προσπαθήσει να εφαρμόσει όλες τις δεσμεύσεις τους προς την ΕΕ και το ΔΝΤ, δηλαδή τις νέες τεράστιες περικοπές των 11,5 δισ. ευρώ, τις νέες ιδιωτικοποιήσεις κλπ. Και θα το κάνουν με τη βία, από το κράτος και παρακράτος της καταστολής. Μια αδύναμη κυβέρνηση μπορεί να είναι πολύ άγρια και επικίνδυνη, ακριβώς λόγω της αδυναμίας της και των ημι-βοναπαρτιστικών χαρακτηριστικών της.
Κανείς δεν πιστεύει ότι θα είναι μια βιώσιμη κυβέρνηση μακράς πνοής. Η κρίση της πολιτικής εξουσίας έχει την πηγή της στην καπιταλιστική χρεοκοπία και την αυξανόμενη αδυναμία των κυβερνώντων να κυβερνήσουν. Με ή χωρίς αστική κυβέρνηση, η Ελλάδα παραμένει ακυβέρνητη.
Οι εργαζόμενοι και το λαϊκό κίνημα πρέπει να προετοιμαστούν πολιτικά, προγραμματικά, οργανωτικά: αυτοοργάνωση των μαζών σε λαϊκές συνελεύσεις, Κέντρα Αγώνα των Εργατών, Ομάδες Εργατικής Άμυνας ενάντια στους φασίστες, σε ένα Ενιαίο Μέτωπο για να συντρίψουμε το Μνημόνιο και την μνημονιακή καπιταλιστική κυβέρνηση των τροικανών, για την διαγραφή του χρέους, την εθνικοποίηση των τραπεζών και των βασικών τομέων της οικονομίας χωρίς αποζημίωση κάτω από εργατικό έλεγχο, για ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης για τη σωτηρία του λαού, τα οποία μόνο μια κυβέρνηση των εργατών και η εργατική εξουσία μπορεί να εφαρμόσει. Σε συμμαχία με τους ευρωπαίους εργάτες να αγωνιστούμε για τη συντριβή της ιμπεριαλιστικής ΕΕ και την εγκαθιδρυση των Ενωμένων Σοσιαλιστικών Πολιτειών της Ευρώπης.
Aπευθύνουμε αυτό το πρόγραμμα σε όλους τους αγωνιστές του κινήματος στην Αριστερά, καθώς και στις γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ, ως βάση την αναδιοργάνωση των πιο μαχητικών στοιχείων της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Mε αυτή τη γενική γραμμή οι αγωνιστές του EEK πρέπει να παλέψουν μέσα στην εργατική τάξη, τη νεολαία και την επαναστατική πρωτοπορία.
18 Ιουνίου 2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου