Τίποτα δεν είναι ίδιο μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου, την μαζική απόρριψη από τον ελληνικό λαό των βάρβαρων Μνημονίων με την ΕΕ και το ΔΝΤ, μαζί και των αστικών κομμάτων και των κυβερνήσεων που τα υπηρέτησαν, την εκλογική κατάρρευση του αστικού πολιτικού συστήματος διακυβέρνησης όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά την πτώση της χούντας, την απειλητική επανεμφάνιση της φασιστικής απειλής αλλά, προπαντός, την αποφασιστική στροφή του λαού προς τα αριστερά, με κεντρικό σημείο αναφοράς τον ΣΥΡΙΖΑ και το σύνθημά του για μια κυβέρνηση της Αριστεράς.
Παρατηρήθηκε ότι από το 1950 και το τέλος του εμφυλίου είχαν να δουν τέτοια εκλογική συντριβή τα παραδοσιακά αστικά κόμματα εξουσίας, κι ότι από το 1958 είχε να δει ο τόπος ένα κόμμα της Αριστεράς στην θέση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Οι αναλογίες, όμως, σταματούν εδώ. Οι ιστορικές συνθήκες είναι ριζικά αλλαγμένες, διαμετρικά αντίθετες. Στη δεκαετία του ’50, με την ήττα του εργατικού κινήματος στον εμφύλιο, μπορεί τα αστικά κοινοβουλευτικά κόμματα να έβγαιναν απονομιμοποιημένα αλλά το ίδιο το ματωβαμένο Κράτος της μαύρης μοναρχικής αντίδρασης, της ντόπιας κεφαλαιοκρατικής κυριαρχίας και των ιμπεριαλιστών επικυρίαρχων έβγαινε νικηφόρο. Το 1958, μπορεί το αριστερό εργατικό-λαϊκό κίνημα να έδειχνε το αδάμαστο φρόνημά του στέλνοντας την ΕΔΑ στη δεύτερη θέση αλλά απέναντί της βρίσκονταν μια πανίσχυρη δεξιά κοινοβουλευτική πλειοψηφία κι ένα σιδηρόφρακτο κράτος. Τώρα, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει απέναντί του μια καθημαγμένη Δεξιά, ένα διαλυμένο ΠΑΣΟΚ κι ένα χρεοκοπημένο οικονομικά και πολιτικά -πάντα, όμως επικίνδυνο- αστικό κράτος με τους ιμπεριαλιστές επικυρίαρχους βουλιαγμένους στη χειρότερη κρίση της Ιστορίας του συστήματός τους. Προπαντός: η κρίσιμη ιστορική αναμέτρηση δεν βρίσκεται αυτή την φορά πίσω μας, αλλά εμπρός μας, σε συνθήκες όχι ενός σταθεροποιημένου ευρωπαϊκού και διεθνούς καπιταλισμού (όπως στη δεκαετία του ’50) αλλά σε συνθήκες πλήρους αποσταθεροποίησής του.
Οι κοινωνικοί σεισμοί της τελευταίας διετίας και οι μαζικοί αγώνες ενάντια στα Μνημόνια διαμόρφωσαν τους όρους μιας οιωνεί «κλασικής» προεπαναστατικής κατάστασης, όπου οι «από πάνω» δεν μπορούν να κυβερνούν με τον παλιό τρόπο και οι «από κάτω» δεν ανέχονται πια να κυβερνούνται όπως μέχρι τώρα υπάρχει απότομη επιδείνωση των συνθηκών ζωής των μαζών, μόλις μέσα σε δύο χρόνια οι ίδιοι οι «από πάνω» κινητοποιούν τους «από κάτω» σε μαζική δράση.
Στις 6 Μαΐου έγινε ένα παραπέρα, κρίσιμο βήμα στη μετάβαση από μια προεπαναστατική σε μια επαναστατική κατάσταση: ένα σημαντικό τμήμα των λαϊκών μαζών αρχίζει να συγκεντρώνει τις προσδοκίες του για μια λύση του αδιέξοδου με την απόρριψη των παραδοσιακών κυβερνητικών κομμάτων και την μετακίνησή τους προς τα αριστερά, σε ένα κόμμα που έθεσε θέμα αλλαγής της (κυβερνητικής) εξουσίας και σχηματισμού μιας αντιμνημονιακής κυβέρνησης των κομμάτων της Αριστεράς.
Ένα επαναστατικό κόμμα δεν μπορεί να εγκαταλείπει καιροσκοπικά την κριτική του στάση για το τι εννοεί και ποιο είναι το πρόγραμμα της αριστερής κυβέρνησης, μέσα σε ένα αστικό καθεστώς και μέσα στην ΕΕ, όπως αυτής που ευαγγελίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ. Δεν μπορεί, όμως, και να μένει τυφλό στην αντικειμενική κίνηση των μαζών ή να ζητάει από τον λαό… «να διορθώσει το λάθος του», όπως κάνανε οι σταλινικοί εγκέφαλοι του Περισσού. Ο λαός και η εργατική τάξη μαθαίνουν με την πείρα τους, μέσα από διαδοχικές προσεγγίσεις που δεν είναι γραμμικές μα προχωρούν, αντιφατικά, με ζιγκ ζαγκ ή και με παλινδρομήσεις. Το καίριο ζήτημα είναι: το επαναστατικό κόμμα της εργατικής τάξης να διεισδύσει στις μάζες, να δεθεί μαζί τους, να γίνει το ίδιο η συνειδητή έκφραση της ασυνείδητης ιστορικής διαδικασίας, παλεύοντας την σύγχυση για να δώσει σ’ αυτήν την κίνηση επαναστατική κατεύθυνση και πρόγραμμα, για μια σοσιαλιστική διέξοδο από την κρίση με την εργατική εξουσία και την διεθνιστική της προοπτική στην Ευρώπη και παγκόσμια.
Κρίση εξουσίας και καπιταλιστική κρίση
Μετά την 6η Μαΐου, η κρίση πολιτικής εξουσίας στην χώρα κορυφώθηκε. Παρόλες τις γιγάντιες πιέσεις που άσκησαν διεθνή και ντόπια κέντρα καπιταλιστικής εξουσίας -η Κομισιόν, το ΔΝΤ και η Λαγκάρντ, η Γερμανία της Μέρκελ και του Σόϋμπλε, ο Πρόεδρος Παπούλιας, τα ερείπια του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ και η «συμμαχία των προθύμων» συνενόχων τους, τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ, ο ΣΕΒ, οι τραπεζίτες, κλπ.- στάθηκε αδύνατο να κατασκευαστεί μια αστική συγκυβέρνηση του Μνημονίου, έστω και με «αντιμνημονιακή» βιτρίνα. Το ελληνικό, το ευρωπαϊκό και το παγκόσμιο κεφάλαιο είδε να αδυνατεί να κυβερνήσει μια χώρα εξεγερμένων που αρνούνται να υποταχτούν στα μνημόνια λαϊκής εξόντωσης.
Η οικτρή αποτυχία των μνημονίων σε Ελλάδα αλλά και στις άλλες περιφερειακές υπερχρεωμένες ευρωπαϊκές χώρες που εφαρμόστηκαν απέδειξε περίτρανα την οικονομική τους αναποτελεσματικότητα κι ανορθολογικότητα και πυροδότησε κοινωνικές εκρήξεις που κλιμακώνονται. Τότε, όμως, γιατί επιμένουν, ιδιαίτερα οι υπέρμαχοι της σκληρής γραμμής του γερμανικού Ordoliberalismus; Είναι φανερό ότι τα Μνημόνια κοινωνικού κανιβαλισμού λειτουργούν πια κυρίως σαν μηχανισμός κοινωνικού ελέγχου, για την καθυπόταξη των πληθυσμών μέσα από την μαζική ανεργία, την εξαθλίωση, την εξατομίκευση, την ανασφάλεια, την ανομία, την απόγνωση, μαζί και την ρατσιστική κατασκευή αποδιοπομπαίων τράγων (μετανάστες, οροθετικές γυναίκες κλπ.) σαν τέχνη διακυβέρνησης. Στις 6 Μαΐου ο ελληνικός λαός έδωσε ένα ισχυρό πλήγμα όχι μόνο στα οικονομικά μέτρα των διεθνών τοκογλύφων αλλά και στον ίδιο τον επικρατούντα βιοπολιτικό μηχανισμό κοινωνικού ελέγχου. Τα ίδια τα θεμέλια των εξουσιαστικών σχέσεων μπήκαν σε δοκιμασία - γεγονός που δεν μπορεί να γίνει ανεκτό από τις άρχουσες τάξεις.
Εδώ βρίσκεται και η βαθύτερη αιτία της πρωτοφανούς οξύτητας και της αντικομμουνιστικής υστερίας των επιθέσεων στην Ελλάδα και διεθνώς ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ και τον Τσίπρα. Τον τελευταίο τον παριστάνουν σαν κάτι μεταξύ κόκκινου χούλιγκαν, Τεντέν και Έλληνα Τσάβες… Όταν πια έγινε φανερό ότι οδεύουμε σε νέες εκλογές, τότε ζώστηκαν τα άρματα ο Τσαούς Αντόν Σαμαράς (κατά την έξοχη γελοιογραφία του Βαγγέλη Χερουβείμ), η νεοφιλελεύθερη θυγατέρα του Μητσοτάκη, οι Πλεύρηδες, οι Βελόπουλοι, κι άλλοι φασίστες αντισημίτες, μαζί κι ο πασοκοκράτης Ναπολέων Μπενίτο Βενιζέλος Ζέρβας με το σκόρπιο ασκέρι του, για να σώσουν τους «νοικοκυραίους» και τα συμφέροντά τους από τους νέους κομμουνιστοσυμμορίτες. Μέσα σ’ αυτό το εμφυλιοπολεμικό κλίμα, από όπου δεν λείπουν ούτε η φάρσα ούτε η απειλή μιας τραγωδίας, οδεύουμε προς τις εκλογές της 17ης Ιουνίου.
Από την μεριά τους ο Τσίπρας κι ο ΣΥΡΙΖΑ ζητούν έναν ανέφικτο συμβιβασμό: την σταδιακή κατάργηση, για την ακρίβεια την «επαναδιαπραγμάτευση» του Μνημονίου, με την ταυτόχρονη παραμονή στην ΕΕ, την ευρωζώνη που το επέβαλλαν, διατηρώντας το συνολικό συστημικό πλαίσιο του καπιταλισμού.
Περιθώρια ουσιαστικού συμβιβασμού που θα ανακούφιζε τις μάζες δεν υπάρχουν. Το ζήτημα δεν είναι απλώς ότι το χρέος της Ελλάδας δεν είναι επ’ ουδενί βιώσιμο: η ίδια η ευρωζώνη δεν φαίνεται να είναι βιώσιμη. Ένα οποιοδήποτε «πιστωτικό γεγονός» -μαζί κι εκείνο που ορισμένοι κύκλοι θα θέλανε να σκάσει παραμονή εκλογών ώστε να πειθαρχήσουν οι Έλληνες ψηφοφόροι στις απαιτήσεις του Σόϋμπλε και του «σοσιαλιστή» Φαμπιούς ψηφίζοντας «υπεύθυνα» δηλαδή μνημονιακά- θα μπορούσε να προκαλέσει μια χιονοστιβάδα καταρρεύσεων και χρεοκοπιών των ευρωπαϊκών τραπεζών και κυβερνήσεων, μαζί και την έκρηξη της γιγαντιαίας βόμβας υπερχρέωσης της Ισπανίας και της Ιταλίας.
Αυτό δεν σημαίνει, όπως νομίζουν ορισμένοι στις κορυφές του ΣΥΡΙΖΑ, ότι η ΕΕ και το ΔΝΤ μπλοφάρουν όταν απειλούν με εκδίωξη την Ελλάδα. Στην πραγματικότητα, οι άρχουσες τάξεις είναι διασπασμένες, όπως φάνηκε πάλι στην πρόσφατη Σύνοδο της G-8 στο Καμπ Ντέιβιντ, όπου με αφετηρία την μετεκλογική Ελλάδα, ασκήθηκαν πιέσεις πάνω στην σκληρή γραμμή Μέρκελ -Σόϋμπλε από μεριάς τμήματος της κεφαλαιοκρατίας των HΠΑ, της Ιαπωνίας αλλά και της Ευρώπης, για κάποιο χαλάρωμα της άγριας λιτότητας και την λήψη ισχνών «αναπτυξιακών» μέτρων στη βάση έκδοσης κοινού ευρωπαϊκού χρέους. Εκεί στηρίζει τις φρούδες ελπίδες ο ΣΥΡΙΖΑ και τις μπούρδες του ο Μπενίτο Βενιζέλος και οι λοιποί «επαναδιαπραγματευτές» τύπου Σαμαρά κι «απαγκιστρωτές» τύπου Κουβέλη.
Καθώς προχωράει η άγρια προεκλογική διαμάχη στην Ελλάδα, όλοι οι παραπάνω διεκδικούν την θέση του καλύτερου «διαπραγματευτή» του Μνημονίου. Από την μια, οι «ρεαλιστές» που το υπέγραψαν, μαζί και τις δουλικές, δεσμευτικές, δηλώσεις νομιμοφροσύνης στην Μέρκελ, ο Σαμαράς κι ο Βενιζέλος ή κι ο δορυφόρος τους Κουβέλης, κι από την άλλη ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, κατά τον Δραγασάκη ή τον Παπαδημούλη, θα είναι «πιο σκληρός διαπραγματευτής». Η αλήθεια, βέβαια, είναι ότι εκείνοι που στην ΕΕ και το ΔΝΤ θα ήταν υποτίθεται διατεθειμένοι να χαλαρώσουν τα σκοινιά και να διαπραγματευτούν ηπιότερους όρους, πουλάνε φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Ο Ολάντ (που το λιγότερο είναι να τον αποκαλέσει κάποιος «Ολαντρέου») δεν έκρυψε ότι δεν θέλει την κατάργηση της σιδερένιας πειθαρχίας του δημοσιονομικού συμφώνου της Μέρκελ αλλά την «συμπλήρωσή» του με κάποια «αναπτυξιακά» μέτρα, βασισμένα στα λεγόμενα ομόλoγα έργου (project bonds) ή και ευρω-ομόλογα, με την σύμφωνη πάντα γνώμη του εχθρικού σε κάτι τέτοια Βερολίνου. Η γαλλική και η γερμανική σοσιαλδημοκρατία, με την περιφρονητική αλαζονική στάση τους απέναντι στον πρόθυμο για συνομιλίες Τσίπρα δείξανε πού το πάνε. Έτσι, η γραμμή της επαναδιαπραγμάτευσης κι όχι της αναγκαίας μονομερούς καταγγελίας των Μνημονίων, ακόμα κι αν γίνει ποτέ δεκτή, θα σημαίνει τον εγκλωβισμό σε μια ατελείωτη κι ατελέσφορη διαδικασία στείρων «διαπραγματεύσεων», με τον ΣΥΡΙΖΑ να συντηρεί την εναγώνια και μάταιη ελπίδα κάποιας βελτίωσης των όρων επιβίωσης του λαού. Μια τέτοια παγίδευση θα δώσει πολύτιμο χρόνο ανασύνταξης των δυνάμεων του ταξικού εχθρού, ενώ θα απογοητεύονται οι λαϊκές μάζες.
Τι σημαίνει «αριστερή κυβέρνηση»;
Η στροφή των εργατικών και φτωχών λαϊκών στρωμάτων προς τον ΣΥΡΙΖΑ ιδιαίτερα μετά την προβολή του συνθήματος για μια κυβέρνηση της Αριστεράς είχε ένα σαφές, μέσα στην ασάφειά του, νόημα: «Αρκετά είχαμε στο σβέρκο μας κυβερνήσεις των δύο παραδοσιακών κομμάτων που τα λαμόγια τους μας ρημάξανε, καιρός είναι να έρθει μια κυβέρνηση των κομμάτων της Αριστεράς, μπας και δούμε άσπρη μέρα, αποτινάζοντας τον ζυγό του Μνημονίου».
Όπως η προεκλογική υπόσχεση για άμεση καταγγελία-κατάργηση του Μνημονίου, μετατράπηκε, μετεκλογικά, και μετά τον θρίαμβο, σε γραμμή «σκληρής επαναδιαπραγμάτευσης», σε κάποια μικρή απόσταση από την γραμμή «απαγκίστρωσης» α λα Κουβέλη, έτσι και το κάλεσμα για μια κυβέρνηση της Αριστεράς γίνεται τώρα προοπτική μιας «κυβέρνησης με κορμό την Αριστερά».
Αξίζει να προσεχτούν οι διευκρινήσεις που δίνει σε άρθρο του στην Κυριακάτικη Αυγή της 20/5/12, ο γνωστός «κινηματικός» Νίκος Γιαννόπουλος, ο οποίος διευκρινίζει: «δεν μπορείς να πεις, με τους παρόντες συσχετισμούς στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό, ότι μέσα σε ένα μήνα θα έχω τελειώσει με το Μνημόνιο, θα έχω εθνικοποιήσει τις τράπεζες, θα έχω κάνει ξανά δημόσιες τις ιδιωτικοποιημένες επιχειρήσεις, θα έχω δημεύσει την εκκλησιαστική περιουσία, θα έχω παγώσει τις στρατιωτικές δαπάνες». Στη συνέχεια παραθέτει κάποια ανακουφιστικά μέτρα, μπόλικο κινηματισμό, προτροπές στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και στους Οικολόγους να μην κατέβουν αυτόνομα στις εκλογές της 17ης Ιουνίου αλλά να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ, για να καταλήξει: «τελειώνοντας, τι σημαίνει «κυβέρνηση της Αριστεράς»; Η κυβέρνηση της Αριστεράς είναι μια πολιτικά μεταβατική φάση, μέσα στον καπιταλισμό - δεν μιλάμε για επαναστατική ανατροπή του συστήματος». Παραθέτει πάλι κάποιες μετριοπαθείς ρεφορμιστικές προτάσεις για να τονίσει τελικά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είτε σαν αριστερή κυβέρνηση είτε σαν αξιωματική αντιπολίτευση θα αντιμετωπίσει σκλήρυνση του κοινωνικού ανταγωνισμού και συνεπώς «πρέπει να φτιάξουμε συσχετισμούς μέσα στην κοινωνία, ώστε οι άνθρωποι να αισθάνονται από την μία ότι βελτιώνεται η ζωή τους, και, από την άλλη, γίνονται καλύτεροι άνθρωποι, ότι νοιώθουν καλά, ότι ακόμα κι αν δεν αποκαθίστανται αμέσως τα εισοδήματά τους, ζουν με αξιοπρέπεια»...
Αυτή την ασπιρινούλα προτείνουν; Γι’ αυτό, πρέπει να δώσει κανείς κριτική ψήφο; Γι’ αυτό ένα σημαντικό κομμάτι της ΑΝΤΑΡΣΥΑ πιέζει και προσανατολίζεται στην ενσωμάτωση στον ΣΥΡΙΖΑ;
Η λεγόμενη αριστερή κυβέρνηση, όπως την βλέπουν οι ιθύνοντες και τα think tank του ΣΥΡΙΖΑ, παραμένει μέσα στον καπιταλισμό και διαχειρίζεται «φιλολαϊκά» την κρίση του. Πρόκειται για μια αστική κυβέρνηση με αριστερό πρόσημο, στην καλύτερη περίπτωση ένα ομοίωμα του τραγικού προηγούμενου της κυβέρνησης Αλλιέντε, στην χειρότερη μια εφήμερη φάρσα. Είμαστε αντίθετοι σε μια αριστερή κυβέρνηση του αστικού καθεστώτος, μέσα στο καπιταλιστικό κράτος και σύστημα. Μια πραγματική κυβέρνηση της Αριστεράς, του ενιαίου μετώπου των εργατικών κομμάτων, που θα ανταποκριθεί στις λαϊκές προσδοκίες, με ένα πρόγραμμα σοσιαλιστικής διεξόδου από την κρίση, θα προκύψει με την ανατροπή του αστικού καθεστώτος, την ρήξη με τον καπιταλισμό και τον ιμπεριαλισμό της ΕΕ, με την νίκη της εργατικής εξουσίας που δεν θα μείνει στον εθνικό απομονωτισμό αλλά θα συνενωθεί σε κοινό επαναστατικό αγώνα με τις εργατικές και λαϊκές μάζες της Ευρώπης για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης.
Με αυτό το πνεύμα και πρόγραμμα απευθύναμε κάλεσμα εκλογικής συνεργασίας- όχι συγχώνευσης- στις εκλογές της 17ης Ιουνίου στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και στις αριστερές δυνάμεις που αρνούνται να γίνουν δορυφόροι του ΣΥΡΙΖΑ, με την πλήρη κατοχύρωση της ανεξαρτησίας και φυσιογνωμίας τής καθεμιάς οργάνωσης. Για να υπερασπιστούμε την πολιτική ανεξαρτησία της εργατικής τάξης από τα μέτωπα και τις κυβερνήσεις ταξικής συνεργασίας, για να ετοιμάσουμε την επόμενη μέρα των επαναστατικών κοινωνικών αγώνων.
Μέχρι αυτή την στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν υπάρχει ακόμα τελική απάντηση στις προτάσεις του ΕΕΚ. Σε κάθε περίπτωση θα παλέψουμε, με κάθε μέσο, για να προβάλλουμε την επαναστατική μας προοπτική και πολιτική.
Σάββας Μιχαήλ
23 Μαΐου 2012
Συντάχθηκε απο τον/την Σάββας Μιχαήλ |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου