Οι «αυταπάτες» του λαού και η απάτη της σταλινικής «αυτοκριτικής»
Πολλοί που αυτοτοποθετούνται στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ έχουν μια δεξιά εκτίμηση για την κατάσταση στην Ελλάδα, υποτιμώντας τις επαναστατικές μετατοπίσεις και δυνατότητες που δημιουργεί η συστημική καπιταλιστική κρίση. Το αντίστροφο, επίσης, ισχύει: ορισμένοι που έχουν μια αριστερή εκτίμηση για το ιστορικό σημείο πολιτικής σύγκρουσης, η οποία θέτει πια το ζήτημα της ίδιας της εξουσίας στην χρεοκοπημένη Ελλάδα, καταλήγουν με τον ένα ή τον άλλο δρόμο σε μια δεξιά στάση απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ.
Θα επικεντρωθούμε, στο παρόν άρθρο, στους πρώτους, με κεντρικό αλλά και ακραίο παράδειγμα το ΚΚΕ και την πρόσφατη «αυτοκριτική» της Κεντρικής Επιτροπής του (Ριζοσπάστης, 11/7/2012).
Η λογική του επιχειρήματος που προβάλλεται τόσο από το ΚΚΕ όσο και από άλλους είναι η εξής: «οι αγώνες που αναπτύχθηκαν με το ξέσπασμα και την όξυνση της κρίσης, παρά την άνοδο της μαζικότητάς τους, τον δυναμισμό των μορφών πάλης […] δεν οδήγησαν στην συνειδητοποίηση του χαρακτήρα της κρίσης, στην αποδοχή της πολιτικής εξόδου από αυτή, με σύγκρουση με την ΕΕ-μονομερή διαγραφή του χρέους-κοινωνικοποίηση των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής. […] Η μαζική καταδίκη της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, η εγκατάλειψή τους από εργαζόμενους, από νεότερες ηλικίες, περισσότερο αφορούσε ζητήματα διαχείρισης και λιγότερο τον ίδιο τον ταξικό χαρακτήρα των κομμάτων αυτών, τη δράση των μονοπωλίων, τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της ΕΕ. Συνοδεύτηκε από μείωση απαιτήσεων και έκπτωση αιτημάτων» (Ριζοσπάστης ό.π.) Αποτέλεσμα, υποτίθεται, αυτών των «διαχειριστικών αυταπατών» ήταν η θεαματική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της 6ης Μαΐου και εν συνεχεία της 17ης Ιουνίου – και ο καταποντισμός, αν και δεν ομολογείται μ’ αυτή την λέξη, του ΚΚΕ ή και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, θα προσθέτανε μερικοί, προπαντός στις δεύτερες εκλογές.
Ας πάρουμε την «λογική» του επιχειρήματος από την αρχή: οι αγώνες της διετίας, μαζί και της περιόδου πριν την κήρυξη των εκλογών, ήταν ανεπαρκείς για να οδηγήσουν σε ξεπέρασμα των αυταπατών και σε ταξική συνειδητοποίηση; Μήπως έτσι η ευθύνη για το άθλιο γεγονός ότι έχουμε ξανά στο κεφάλι μας τους μνημονιακούς Σαμαρά-Βενιζέλο με τον Καρατζαφέρη της Αριστεράς Κουβέλη, αποδίδεται στον ίδιο τον λαό, στους εργάτες, στο ανεπαρκές επίπεδο των κοινωνικών αγώνων τους.
Οι όποιοι περιορισμοί υπήρξανε και όντως υπήρξαν στους αγώνες της διετίας οφείλονται πρωταρχικά στις ενσωματωμένες στο αστικό κράτος συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες της ΓΣΕΕ και της ΑΔΕΔΥ αλλά και στην σταλινική γραφειοκρατία του ΠΑΜΕ που περιχαρακώνεται σεχταριστικά κι εναντιώνεται σε όποιον αγώνα δεν ελέγχει ασφυκτικά και δεν υποτάσσεται στους στόχους του ΚΚΕ, φτάνοντας να παίζει και το ρόλο αστυφύλακα φρουρού της Βουλής στην Γενική Απεργία της 19-20 Οκτωβρίου. Για ποιες κοινοβουλευτικές αυταπάτες μιλάνε οι βλοσυροί φύλακες του αστικού Κοινοβουλίου, οι αρχιτέκτονες μιας πολιτικής που ανήγαγε κι υπότασσε τα πάντα στην εκλογική ενίσχυση του ΚΚΕ;
Λένε, κάποιοι, ότι υπήρξε «νηνεμία» αγώνων το 2012 κι έτσι ενδυνάμωση κοινοβουλευτικών αυταπατών για λύση με εκλογές εντός του συστήματος. Ας θυμηθούμε, όμως, ότι το σύστημα, τα ιμπεριαλιστικά κέντρα σε Βρυξέλλες, Βερολίνο, Ουάσιγκτον, το ντόπιο αστικό πολιτικό προσωπικό, πρώτοι-πρώτοι οι τροϊκανοί πασόκοι Γιωργάκης, Λοβέρδος, Διαμαντοπούλου, Χρυσοχοΐδης και ΣΙΑ, θέλανε, παραβιάζοντας το ίδιο το αστικό συνταγματικό πλαίσιο, να αναβληθούν επ’ αόριστον οι εκλογές «μέχρι να ολοκληρώσει το έργο της η κυβέρνηση Παπαδήμου». Δεν ήταν η πρωτοβουλία του Σαμαρά αλλά η πίεση των ίδιων των λαϊκών μαζών, προπαντός η μεγαλειώδης παλλαϊκή κινητοποίηση με χαρακτηριστικά εξέγερσης στις 12 Φεβρουαρίου ενάντια στο δεύτερο Μνημόνιο, που κόλλησε στον τοίχο τους κυβερνώντες και τους υποχρέωσε να κηρύξουν εκλογές για τις 6 Μαΐου.
Πώς καταλαβαίνουνε την διαδικασία ταξικής συνειδητοποίησης οι νοσταλγικοί μελετητές των πάλαι ποτέ σοβιετικών εγχειριδίων ντιαμάτ -ιστμάτ- μαρ/λεν; Σαν άμεση μηχανική αντανάκλαση του επίπεδου των αγώνων ή και του βάθους της κρίσης, χωρίς αντιφάσεις, χωρίς διαλεκτική, άψυχα; Ή, πάλι, σαν πορεία από αυταπάτες σε αυταπάτες κι άλλες αυταπάτες μέχρι να έρθει η μυστικιστική στιγμή μιας θείας φώτισης που θα γκρεμίσει τα τείχη της αστικής ιδεολογίας και θα κάνει εργάτες και λαό να ανακαλύψουνε την ακαταμάχητη γοητεία του ΚΚΕ ή κι οποιουδήποτε άλλου πεφωτισμένου υποκαταστάτου του, κομματικού ή μετωπικού;
Οι λαϊκές μάζες μαθαίνουν μέσα από τις εμπειρίες τους, με διαδοχικές προσεγγίσεις, όπου, όπως τόνισε ο Λέων Τρότσκυ στον Πρόλογο της Ιστορίας της Ρωσικής Επανάστασης, οι αλλαγές στη συνείδηση, προπαντός οι αιφνίδιες, δεν οφείλονται στην εύπλαστη προσαρμοστικότητά της στις μεταβολές των αντικειμενικών συνθηκών αλλά αντιθέτως στον συντηρητισμό της: η οξεία αντίφαση ανάμεσα στις θυελλώδεις αντικειμενικές αλλαγές και τις παγιωμένες αντιλήψεις, προλήψεις, συνήθειες, τρόπους ζωής των μαζών προκαλεί απότομα ρήγματα στη συνείδησή τους με δραματικές συνέπειες στη δράση τους, γεγονός που κάνει την αστυνομία και το κράτος να τα αποδίδουν σε υποκίνηση από ανατρεπτικά στοιχεία ή και «κουκουλοφόρους»…
Ο κρίσιμος κι αποφασιστικός ρόλος μιας οργανωμένης σε επαναστατικό κόμμα μαχόμενης πρωτοπορίας της εργατικής τάξης είναι ακριβώς να επέμβει σ’ αυτά τα ρήγματα στις συνειδήσεις των μαζών έγκαιρα, με τα κατάλληλα κάθε φορά συνθήματα που δεν είναι αφηρημένα και παντός καιρού, με την κατάλληλη κάθε στιγμή τακτική, με το κατάλληλο πρόγραμμα που απορρέει από μια επαναστατική στρατηγική για την εργατική εξουσία, πριν οι μηχανισμοί της αστικής εξουσίας και ιδεολογίας προλάβουν να τα κλείσουν.
Το ΚΚΕ αλλά και η πλειοψηφία της υπόλοιπης Αριστεράς, μαζί και της εξωκοινοβουλευτικής, έμειναν τυφλοί μπροστά στις διαδοχικές μετατοπίσεις στη κίνηση των μαζών και στα ρήγματα στις συνειδήσεις τους, όταν δεν τα πολέμησαν με μίσος.
Μπορεί τώρα να κάνει «αυτοκριτική» η ΚΕ του ΚΚΕ ότι «δεν μπόρεσε [..] να προσανατολίσει πρακτικά όλο το Κόμμα να απευθύνεται κυρίως στις νεότερες ηλικίες με κοινωνικο-ταξικά βέβαια κριτήρια» αλλά κρατάει το στόμα πεισματικά κλειστό για την άθλια στάση που κράτησε μπροστά στην πρωτοφανή εξέγερση της νέας γενιάς τον Δεκέμβρη του 2008, την οποία και καταδίκασε μανιωδώς σαν… συνωμοσία της CIA, δρέποντας τότε τα συγχαρητήρια της άρχουσας τάξης, της δεξιάς κυβέρνησης, της άκρας Δεξιάς και των αστικών ΜΜΕ. Πώς να μην ανοίξει χάσμα αβυσσαλέο ανάμεσα στις νεότερες ηλικίες εργαζομένων και ανέργων και την συντηρητική αρτηριοσκληρωτική κι εχθρική στα επαναστατικά ξεσπάσματα της νεολαίας γραφειοκρατίας του Περισσού;
Στις μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις του 2010-2012, πώς μπορούσε να επικοινωνήσει αυτή η σταλινική γραφειοκρατία με τις μοριακές αλλαγές και πώς να επέμβει στα ρήγματα στις συνειδήσεις, όταν περιχαράκωνε τους «δικούς της» σε υγειονομικές ζώνες για να μην μολυνθούν από τους «αιρετικούς», τους ρεφορμιστές ΣΥΡΙΖαίους, τους οπορτουνιστές της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, τους αριστεριστές- τροτσκιστές και τους μιαρούς αναρχικούς;
Μήπως και τώρα ακόμα η ίδια γραφειοκρατία δεν καταδικάζει κατηγορηματικά σαν εισαγγελέας το λεγόμενο «κίνημα των πλατειών» που μ’ όλες τις αντιφάσεις του εκδηλώνει ακριβώς ρήγματα στις συνειδήσεις εκατομμυρίων καταστρεφόμενων από την καπιταλιστική κρίση και τα Μνημόνιά της μικροαστικών λαϊκών στρωμάτων; Πώς περιφρονητικά γυρνάει την πλάτη και ποδοπατά τους προβληματισμούς τους για «άμεση δημοκρατία» κι εναλλακτικές λύσεις στην παρακμή κι έκπτωση της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, μ’ άλλα λόγια την αγωνία τους μπροστά στο ζήτημα της πολιτικής εξουσίας, για να τους αντιπαραθέσει τελεσιγραφικά, αφηρημένα κι από καθέδρας το σύνθημα της «εργατικής λαϊκής εξουσίας», δυσφημίζοντάς το έτσι, ιδιαίτερα με την σύνδεσή του με τον γραφειοκρατικό σταλινικό «σοσιαλισμό που γνωρίσαμε» και κατέρρευσε αμετάκλητα;
Υπήρξε τελικά καλύτερος ψηφοσυλλέκτης του ΣΥΡΙΖΑ και κατεδαφιστής της πολιτικής επιρροής και εκλογικής βάσης του ΚΚΕ από την ίδια την ηγεσία του που και τώρα σαν «αυτοκριτική» παρουσιάζει άλλα λόγια να αγαπιόμαστε για να αυτοσυντηρηθεί μια πολιτικά χρεοκοπημένη γραφειοκρατική καμαρίλα στην αταραξία της;
Παρόλους τους επαίνους που δέχτηκε από τον… αστικό Τύπο, η υποτιθέμενη αυτοκριτική της ΚΕ του ΚΚΕ επιμένει ότι η καταστροφική της γραμμή ήταν σωστή και μόνον η «έγκαιρη» και «σωστή» εφαρμογή της έλειψε.
Γράφει: «Το συμπέρασμα είναι ότι η ΚΕ έπρεπε να καθορίσει το πλαίσιο της πρώτης εκλογικής μάχης στο ίδιο πνεύμα που το επεξεργάστηκε αμέσως μετά τις εκλογές της 6 Μάη. Δηλαδή να προτάξει το μέτωπο στην αυταπάτη της «αριστερής κυβέρνησης» με επεξεργασία και κωδικοποίηση κατάλληλων συνθημάτων. Δεν ανέδειξε έγκαιρα τον ΣΥΡΙΖΑ ως νέο πολιτικό φορέα της σοσιαλδημοκρατίας» κλπ. Κλπ.
Η αίσθηση του γελοίου φαίνεται να έχει χαθεί από μιαν ηγεσία που θεωρεί ότι δεν ήταν αρκετά αντι-ΣΥΡΙΖΑ ενώ είχε σαν άξονα της προεκλογικής καμπάνιας την πολεμική κατά του ΣΥΡΙΖΑ, σε σημείο πλήρους και αποκλειστικού ετεροκαθορισμού από τον αντίπαλο. Η διαχωριστική γραμμή κι η πολεμική είναι απαραίτητη για την διαπαιδαγώγηση των μαζών πάνω στις διαφορετικές στρατηγικές και τακτικές αλλά όχι όταν μετατρέπεται σε ψυχαναγκασμό και φοβία απώλειας της πρωτοκαθεδρίας. Το ΕΕΚ άσκησε και ασκεί κριτική στον ρεφορμιστικό ΣΥΡΙΖΑ, στο νέρωμα του ήδη νερωμένου κρασιού του για το ζήτημα της κατάργησης του Μνημονίου και του χρέους, μετά τις εκλογές της 6ης Μάη, την αναζήτηση από την μεριά του ενός ανέφικτου συμβιβασμού με την ιμπεριαλιστική ΕΕ και λύσεων εντός συστήματος κ.ά. Αλλά το καθήκον ενός κόμματος που θέλει να είναι κομμουνιστικό και επαναστατικό δεν είναι να ετεροκαθορίζεται από τον ρεφορμιστή αντίπαλο ούτε να επιζητά να γίνει είτε αριστερό συμπλήρωμα είτε αριστερό αντίβαρο του ΣΥΡΙΖΑ, όπως έκαναν οι διάφορες φιλο-ΣΥΡΙΖΑ κι αντι-ΣΥΡΙΖΑ μερίδες της ταλαντευόμενης ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η ευθύνη του είναι να χαράξει μια ανεξάρτητη εναλλακτική επαναστατική διέξοδο από την κρίση, να παλέψει γι’ αυτήν μέσα στις μάζες, προπαγανδίζοντας και ζυμώνοντας με λαϊκή γλώσσα την στρατηγική της εργατικής εξουσίας που θα μας απαλλάξει από μνημόνια, τοκογλύφους και τρόικες και την διεθνιστική προοπτική της ρήξης με την ΕΕ και για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης.
Σχετικά με το τελευταίο, το γεγονός ότι η μεγάλη πλειοψηφία του λαού δεν θέλει να φύγουμε από την ευρωζώνη και την ΕΕ δεν φανερώνει μόνο αυταπάτες και «διαχειριστική λογική». Γράφαμε μετά τις 17 Ιουνίου: «Το κάλεσμα για ρήξη με το ευρώ και την επιστροφή στην (υποτιμημένη) δραχμή, εντός του καπιταλιστικού πλαισίου, τόσο στην περίπτωση του ΚΚΕ όσο και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ συγκρούστηκε εντελώς με τη βούληση της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, η οποία είναι εχθρική προς την ΕΕ, λόγω των μέτρων λιτότητας που κατέστρεψαν το βιοτικό της επίπεδο, αλλά παρόλα αυτά βλέπει την επιστροφή στην υποτιμημένη δραχμή ως το αποκορύφωμα της τρέχουσας καταστροφής. Το πρόγραμμα για την επαναστατική σοσιαλιστική διέξοδο από τη χρεοκοπία του καπιταλιστικού συστήματος και για τις Ενωμένες Σοσιαλιστικές Πολιτείες της Ευρώπης δεν είναι μια αφηρημένη προπαγάνδα, αλλά το επείγον καθήκον που πρέπει να προωθήσει η πρωτοπορία μέσα στις μαχόμενες μάζες.» (Απόφαση του Πολιτικού Γραφείου της ΚΕ του ΕΕΚ 18-6-2012, Νέα Προοπτική φ. 529, 23 Ιουνίου 2012).
Τώρα, όσον αφορά το κεντρικής σημασίας ζήτημα της κυβέρνησης της Αριστεράς.
Η ΚΕ του ΚΚΕ κάνει «αυτοκριτική» ότι δεν πολέμησε, δεν πρόταξε «το μέτωπο στην αυταπάτη της «αριστερής κυβέρνησης»… «στο ίδιο πνεύμα που το επεξεργάσθηκε μετά τις εκλογές της 6 Μάη». Μα, πρώτα-πρώτα, αυτό το πνεύμα κι οι επεξεργασίες της ΚΕ του ΚΚΕ μετά την 6 Μάη, έφεραν και την απώλεια της μισής σχεδόν εκλογικής βάσης του ΚΚΕ κι ένα τραγικό αποτέλεσμα ανάλογο με εκείνο που είχε «πετύχει» το ΚΚΕ της «τρίτης περιόδου» στις αρχές της δεκαετίας του 1930.
Ακόμα παραπέρα: η απίθανη τύφλα μπροστά στο ρήγμα στις συνειδήσεις είναι κήρυξη πνευματικής χρεοκοπίας. Οι λαϊκές και προπαντός οι εργατικές μάζες στα προλεταριακά κέντρα και τις φτωχογειτονιές έχοντας απηυδήσει από τα Μνημόνια, τις τρόικες της ΕΕ και του ΔΝΤ και τους πιστούς υπηρέτες τους με το αζημίωτο, τα δύο κόμματα εξουσίας ΠΑΣΟΚ και ΝΔ που επέβλεψαν κι επικύρωσαν το χαντάκωμα του λαού και της χώρας τα καταπόντισαν στην μαύρη πίσα, οδηγώντας στην κατάρρευση το αστικό πολιτικό σύστημα της Μεταπολίτευσης και φέρνοντας στο φως την καθεστωτική κρίση, την κρίση πολιτικής εξουσίας. Στράφηκαν προς τα αριστερά και πυροδοτήθηκαν κυριολεκτικά από το κάλεσμα για μια κυβέρνηση της Αριστεράς. Η Αριστερά, γι’ αυτές τις μάζες που στην πλειοψηφία τους δεν ήταν μέχρι τώρα αριστερές, αντιπροσωπεύει την ιστορική και κυνηγημένη παράταξη των αγώνων και της Αντίστασης. Μέσα στο αδιέξοδο, συγχυσμένα, είδαν σαν διέξοδο κι ελπίδα ανακούφισης από τα κοινωνικά δεινά μια κυβέρνηση αυτής της Αριστεράς, ενός Ενιαίου Μετώπου των αριστερών κομμάτων ΣΥΡΙΖΑ-ΚΚΕ-ΔΗΜΑΡ. Από την μεριά, βέβαια, της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, με το ρεφορμιστικό πρόγραμμα που πρόβαλε, η αριστερή κυβέρνησή του παρέμενε εντός συστήματος και εντός ΕΕ. Καθόλου τυχαία ο Τσίπρας στην πολεμική του προς το ΚΚΕ έλεγε ότι ακολουθεί την γραμμή των Λαϊκών Μετώπων του 7ου Συνεδρίου της Κομιντέρν το 1935 και την παράδοση της Λαϊκής Ενότητας του Σαλβαντόρ Αλλιέντε - με τις γνωστές τραγικές συνέπειες. Εκεί που ένα σημαντικό τμήμα των καταπιεσμένων και εξαθλιωμένων έβλεπαν ένα Ενιαίο Μέτωπο των από κάτω, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ ζητούσε ένα Λαϊκό Μέτωπο ταξικής συνεργασίας των κάτω με μερίδα των επάνω και τις Βρυξέλλες. Χρέος των κομμουνιστών ήταν να παρέμβουν ακριβώς σ’ αυτήν την αντίφαση. Το ζήτημα δεν ήταν «διαχείριση ή όχι» και μάλιστα όταν το βάθος της καπιταλιστικής συστημικής κρίσης είναι τέτοιο που κάνει να χρεοκοπεί κάθε μορφή διαχείρισης της κρίσης, νεοφιλελεύθερη ή κεϋνσιανή. Το ζήτημα ήταν και είναι ταξική ανεξαρτησία της εργατικής τάξης και της Αριστεράς ως προϋπόθεση της πάλης για εργατική εξουσία και σοσιαλιστική διέξοδο από την κρίση και το σύστημα που την γεννά ή ταξική συνεργασία με το κεφάλαιο και την ΕΕ, μεθοδευμένη από κομμάτια της Αριστεράς; (Ο Κουβέλης είναι μόνον η κορυφή του παγόβουνου).
Σ’ αυτό το σημείο ακριβώς η Απόφαση της ΚΕ του ΚΚΕ για τις εκλογές κάνει μια ενδιαφέρουσα παραδοχή: «Ορισμένοι φίλοι και οπαδοί του Κόμματος αλλά και ένα μικρό μέρος των κομματικών μελών έκαναν την παρατήρηση ότι το Κόμμα θα μπορούσε να θέσει κατά την διερευνητική εντολή μια κυβερνητική πρόταση που βεβαίως θα απορριπτόταν από τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς θα έθετε το ζήτημα της αποδέσμευσης, της μονομερούς διαγραφής του χρέους, της ρήξης με τις επιλογές της ΕΕ και των μονοπωλίων». Εμείς ως ΕΕΚ θα προτείναμε κι άλλα κρίσιμα προγραμματικά σημεία αλλά η αλάθητη σαν τον Πάπα ΚΕ των Παπαρήγα –Μαΐλη –Γόντικα -Μπέλλου κλπ. δεν δέχτηκε ούτε καν αυτή την σκέψη των υποστηρικτών του Κόμματος, στο οποίο ηγείται και το οποίο οδήγησε σε ταπεινωτική εκλογική συντριβή. «Η ΚΕ εκτιμά ότι σωστά δεν μπήκε το Κόμμα στη λογική συζήτησης με τον ΣΥΡΙΖΑ στη διερευνητική εντολή. Το Κόμμα δεν μπορεί και δεν πρέπει να κάνει κινήσεις που επιτείνουν την σύγχυση γύρω από τον χαρακτήρα αυτού του φορέα» κλπ. κλπ. Έτσι επέμεινε να ζητά από τον λαό «να διορθώσει την ψήφο του», πράγμα που όντως το έκανε και μαύρισε αγρίως το ΚΚΕ.
Αν το κάλεσμα για μια κυβέρνηση της Αριστεράς λειτούργησε καταλυτικά στις 6 Μάη, στις επόμενες εκλογές της 17 Ιουνίου έγινε το κεντρικό διακυβευόμενο. Η αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ -μέσα στις γνωστές συνθήκες ξέφρενης διεθνούς και ντόπιας ιδεολογικής τρομοκρατίας και με τις επίσης γνωστές και πιθανόν μοιραίες υποχωρήσεις της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ- να βγει πρώτο κόμμα και να σχηματίσει κυβέρνηση με τα άλλα αριστερά κόμματα που θα στριμώχνονταν από ένα τέτοιο κάλεσμα, προκάλεσε πικρή απογοήτευση στους λαϊκούς ψηφοφόρους του και τα μέλη του για την χαμένη ευκαιρία και βαθειά, αν και εφήμερη, ανακούφιση στα ιμπεριαλιστικά κέντρα της ΕΕ και των HΠΑ, στην ελληνική άρχουσα τάξη, στα γλοιώδη αστικά ΜΜΕ των Πρετεντέρηδων και Παπαχελάδων αλλά και στις ηγεσίες του ΚΚΕ και, φυσικά-φυσικά, του ίδιου του… ΣΥΡΙΖΑ.
Το ζήτημα της εξουσίας, όχι μόνο της κυβερνητικής αλλά πρωτίστως της κρατικής, το κεντρικό ζήτημα κάθε επανάστασης, όπως έλεγε ο Β. Ι. Λένιν, τέθηκε από την ίδια την παγκόσμια καπιταλιστική κρίση και χρεοκοπία και δεν λύθηκε ούτε μπορούσε να λυθεί στις κάλπες. Πήρε τον Μάιο και τον Ιούνιο την μορφή της διεκδίκησης μιας κυβέρνησης της Αριστεράς από την μεριά πλατειών εργατολαϊκών στρωμάτων που στράφηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ. Ο τελευταίος -το έδειξε στην κρίσιμη στιγμή- παρέμεινε, παραμένει και θα παραμένει εντός συστήματος και ενάντιος σε έναν επαναστατικό δρόμο προς την εργατική εξουσία, την οικοδόμηση μιας σοσιαλιστικής Ευρώπης πάνω στα ερείπια της ιμπεριαλιστικής ΕΕ, τον πανανθρώπινο ελευθεριακό κομμουνισμό. Απαιτείται ένας άλλος επαναστατικός φορέας για μια τέτοια προοπτική. Σ’ αυτόν τον στόχο δίνουμε όλες μας τις δυνάμεις, εμείς οι τροτσκιστές του ΕΕΚ. Αυτό δεν σημαίνει ότι περιχαρακωνόμαστε στην αυτάρεσκη και μίζερη αλαζονεία σαν αυτή που επιδεικνύει η σταλινική ηγεσία του ΚΚΕ και που αποτελεί μάθημα προς αποφυγήν για όλους τους επαναστάτες κομμουνιστές.
Μέσα στις τωρινές πρωτοφανέρωτες συνθήκες της χειρότερης παγκόσμιας κρίσης της Ιστορίας του καπιταλισμού, ενάντια σε Μνημόνια, τρόικες και την σαθρή, αντιλαϊκή, τρικέφαλη σαμαροβενιζελοκουβελική κυβέρνηση των Νενέκων της Μέρκελ, δίνουμε το χέρι σε όλους τους κοινωνικούς αγωνιστές της Αριστεράς χωρίς διακρίσεις για κοινή πάλη σε όλα τα ταξικά οδοφράγματα, για να ανοίξουμε τον δρόμο προς την εργατική εξουσία και την καθολική ανθρώπινη χειραφέτηση, τον παγκόσμιο ελευθεριακό κομμουνισμό.
Σάββας Μιχαήλ
17 Ιουνίου 2012
Νέα Προοπτική τεύχος #531# Σάββατο 21 Ιουλίου 2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου